- προσαμαίνω
- Αβλ. προσημαίνω.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
προσημαίνω — ΝΜΑ, και δωρ. τ. προσαμαίνω Α δείχνω σημάδια για το μέλλον, φανερώνω με σημάδια το μέλλον (α. «προεσήμαινε τα μέλλοντα ἔσεσθαι», Ηρόδ. β. «ὡς τοῡ δαιμονίου προσημαίνοντος», Ξεν.) 2. σημειώνω κάτι εκ τών προτέρων, προσημειώνω αρχ. 1. (για κήρυκα)… … Dictionary of Greek